Είναι η διαφορά στο μήκος των κάτω άκρων. Διακρίνεται σε δομική και λειτουργική.
Πού οφείλεται;
Η λειτουργική ανισοσκελία οφείλεται σε αρθρικές ρικνώσεις που προκαλούν φαινομενική βράχυνση του άκρου. Τα αίτια της ανισκοσκελίας είναι πολλαπλά. Μπορεί να είναι συγγενής, ή να προκληθεί μετά από φλεγμονή ή τραυματισμό του συζευκτικού χόνδρου, μετά από πλημμελή θέση πώρωσης κατάγματος κλπ.
Πώς εκδηλώνεται;
Το κυριότερο σύμπτωμα της είναι η διαταραχή της βάδισης. Τα παιδιά στην προσπάθεια να αντιρροπίσουν την διαφορά, κάμπτουν το γόνατο του μακρύτερου άκρου, ή βαδίζουν στη μύτη (ιπποποδία) του βραχύτερου. Μελλοντικά προβλήματα όπως η σκολίωση θέσης και η οσφυαλγία δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί να οφείλονται στην ανισοσκελία.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Η μέτρηση της μπορεί να γίνει με ακρίβεια με ειδικούς κύβους ή με αξονομέτρηση και να αξιολογηθεί με βάση συγκεκριμένους πίνακες που προβλέπουν την εξέλιξή της. Κατά τη διερεύνηση, υπολογίζεται τα αναμενόμενο ύψος κατά την ενήλικο ζωή καθώς και το τελικό μέγεθος της βράχυνσης αν δεν αντιμετωπισθεί το πρόβλημα. Αυτό απαιτεί έναν εκτεταμένο έλεγχο (ακτινολογικό, μετρήσεις, λεπτομερές οικογενειακό ιστορικό, καθορισμό της οστικής ηλικίας κλπ. Η διαδοχική αξιολόγηση είναι αναγκαία για τη βελτίωση της διαγνωστικής ακρίβειας.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Οι μικρές ανισοσκελίες 2-3 εκ. αντιμετωπίζονται με χρήση ανυψωτικών βοηθημάτων. Προτιμούνται τα ανυψωτικά έσω υποδήματος καθώς είναι λιγότερο εμφανή και έτσι επηρεάζουν λιγότερο την κοινωνική ζωή του παιδιού. Οι μεγαλύτερες ανισοσκελίες αντιμετωπίζονται χειρουργικά. Ο χρόνος και το είδος της χειρουργικής αποκατάστασης θα καθοριστεί από τον εξειδικευμένο ορθοπαιδικό.